συμμαχίς

συμμαχίς
-ίδος, ἡ, Α
(ως ιδιότυπος τ. θηλ. τού σύμμαχος)
1. η σύμμαχος («ἀπὸ τῶν ἐν Κεγχρειᾷ ξυμμαχίδων Πελοποννησίων νεῶν», Θουκ.)
2. το σύνολο τών συμμάχων («φευγέτω ἅπασαν τὴν Ἀθηναίων ξυμμαχίδα», επιγρ.)
3. φρ. «συμμαχὶς πόλις» — η σύμμαχη πόλη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σύμμαχος + επίθημα -ίς (πρβλ.πορθμ-ίς, φορτ-ίς)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • συμμαχίς — allied fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ξυμμαχίς — συμμαχίς , συμμαχίς allied fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συμμαχίδα — συμμαχίς allied fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συμμαχίδας — συμμαχίς allied fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συμμαχίδες — συμμαχίς allied fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συμμαχίδι — συμμαχίς allied fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συμμαχίδος — συμμαχίς allied fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συμμαχίδων — συμμαχίς allied fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συμμαχίσι — συμμαχίς allied fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συμμαχίσιν — συμμαχίς allied fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”